Μέτσοβο
Η “αποθήκη” του Μεσογειακού εμπορίου
Το Μέτσοβο του 17ου αιώνα με την επικρατούσα κτηνοτροφία και τις εμπορικές ελευθερίες που απολάμβανε από τους κατακτητές (λόγω τροφοδοσίας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με κρέας και μαλλί) μπόρεσε να τραβήξει το ενδιαφέρον της ταχύτατα αναπτυσσόμενης κεντρο-δυτικής Ευρώπης και των εμπόρων στο εσωτερικό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στη Θεσσαλονίκη. Πιο συγκεκριμένα, με αφετηρία τους Εβραίους βιοτέχνες της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το μαλλί των Μετσοβιτών κτηνοτρόφων για πρώτη ύλη, ξεκίνησε ένας εμπορικός δρόμος, που ένωσε τη Μακεδονία με το Μέτσοβο, την Άρτα και το Ιόνιο και έφτασε μέχρι το εμπορικό λιμάνι της Βενετίας.


Εκτός όμως από τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, το Μέτσοβο αποτέλεσε το επίκεντρο της προσοχής και για τις βιοτεχνίες των γαλλικών, βρετανικών και ιταλικών πόλεων, οι οποίες συγκέντρωναν, επίσης, μαλλί από τη θεσσαλική πεδιάδα, όπου ξεχειμώνιαζαν οι Μετσοβίτες. Τόσο η θεσσαλική πεδιάδα, όσο και το Μέτσοβο συγκέντρωναν το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων προξένων, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στην Άρτα και τη Θεσσαλονίκη και επισκεπτόταν το Μέτσοβο, όπως ακριβώς συνέβαινε και με τους Γάλλους του προξενείου της Άρτας. [Βασιλική Ρόκκου, ο.π., σ.75, 110,111]
Διαμορφώνεται με αυτό τον τρόπο, έως τα τέλη του 17ου αιώνα, μια συνεχής τροφοδοσία πρώτης ύλης μαλλιού από την Πίνδο προς τους μεγάλους εμπορικούς οίκους, οι οποίοι έως τον 18ο αιώνα είχαν ήδη καταστήσει το Μέτσοβο μια “αποθήκη μεσογειακού εμπορίου” από όπου το μαλλί και τα δέρματα της κτηνοτροφίας ταξίδευαν σε πόλεις της Ιταλίας και της Γαλλίας. Μάλιστα το 1719 ιδρύθηκε από τους Γάλλους ένα μεγάλο αποθηκευτικό κέντρο, όπου συγκέντρωναν ποικίλα κτηνοτροφικά προϊόντα και πρώτες ύλες για την υφαντουργία και την βυρσοδεψία και από εκεί τα μετέφεραν στα λιμάνια του Ιονίου για εξαγωγή. [Fr. Pouqueville, Ταξίδι στην Ελλάδα, Ήπειρος, ο.π., σ.307. και Δημήτριος Τρ. Παπαζήσης, Το Μέτσοβο Ιστορικά –Λαογραφικά Θέματα, ο.π.,σ.27]